ΤΥΦΛΟΣ ΑΓΓΕΛΟΣ | Page 22

ΓΙΩΡΓΟΣ ΦΑΚΟΣ

20

αδελφό της, ο πεθερός της, ένα παιδί που μάζεψε το 1940 από την αγκαλιά της πεθαμένης μητέρας του και το μεγάλωσε, ο άντρας της Μαρίκας και το παιδί που χάθηκε στην Κύπρο, όλοι πήγαν από βίαιο θάνατο και είχαν το ίδιο όνομα, Δημήτρης. Η ζωή της ήταν μια τρα-γωδία από την αρχή μέχρι το τέλος.

Η ΙΔΙΑ η γιαγιά Παναγιώτα έλεγε: "Μόνοι μας, χωρίς να μας βοηθήσει κανείς, πήραμε από την Τραπεζούντα το δρόμο και βγήκαμε με διά-φορους τρόπους στην Πόλη. Εκεί οι Τούρκοι μας έβαλαν σε μια εκκ-λησία και ήρθαν οι Ελληνες και μας πήραν. Μετά από έντεκα μέρες μας φόρτωσαν στο καράβι για την Ελλάδα. Μας έβγαλαν στην Πάτρα. Εφτά χιλιάδες άνθρωποι στοιβαγμένοι σε ένα πλοίο των δύο χιλιάδων. Είμασταν στη θάλασσα 5-6 μέρες. Δεν υπήρχε χώρος να ξαπλώσουμε. Δεν υπήρχαν τρόφιμα. Δεν υπήρχαν καμπινέδες. Όλες τις μέρες και τις νύχτες στεκόμαστε στο κατάστρωμα, κάτω από τη βροχή, μέσα στο κρύο της νύχτας και κάτω από τον ήλιο του με-σημεριού.

Φτάσαμε στην Πάτρα κουρελιασμένοι, πεινασμένοι, άρρωστοι, ψει-ριασμένοι, αναπνέοντας ανθρώπινη μιζέρια και απελπισία. Χειμώνας καιρός. Χριστουγεννιάτικα, ξημερώματα το 1923. Τι σπου-δαίοι άνθρωποι κι εκείνοι! Άπονοι, πολύ άπονοι άνθρωποι οι Πατρι-ναίοι. Ακούσαμε να μας καλωσορίζουν: "Τι θέλετε στο τόπο μας τουρ-κόσποροι; Να πάτε στον Βενιζέλο σας!". Μας έβαλαν να κοιμηθούμε σε ανοιχτά υπόστεγα. Έβλεπαν τα μωρά πάνω στο τσιμέντο και δεν έλεγαν, πάρτε ένα τσουβάλι να τα βάλετε πάνω. Τη μια βραδιά έβλεπες το μωρό καλά και την άλλη το έβρισκες πεθαμένο...

AΠΟ ΚΕΙ μας έκαναν διανομή στα χωριά. Μας έβαλαν στα καρ-βουνιασμένα βαγόνια του τρένου. Δεν περίμεναν ούτε τα πράγματά μας να πάρουμε. Εμείς, που δεν είχαμε άντρες να τρέξουν, τα χάσαμε. Κατεβήκαμε στη Γαστούνη και μας μοίρασαν. Εγώ πήγα στα Σαμπάναγα. Δουλεύαμε για να ζήσουμε. Ένα μεροκάματο στα χωράφια, ένα ψωμί, λίγα φασόλια ή τίποτα άλλο.