Ομορφος κόσμος... | Page 145

145

σύστησε να έρθουν το απόγευμα, όταν θα έχει επιστρέψει από την εργασία του. Ήταν περίπου λίγο πριν το μεσημέρι. Έφυγαν και γύρισαν αργά το απόγευμα, αφού περιηγήθηκαν στην πόλη. Τους άνοιξε ο νοικοκύρης του σπιτιού. Ένας άντρας περίπου 64 ετών. Μπήκαν μέσα σε ένα μεγάλο δωμάτιο.

Το μάτι του Κώστα ερευνητικό έψαχνε να βρει το τζάκι, που του είχε πει η γιαγιά. Δεν δυσκολεύτηκε, γιατί ήταν σχεδόν στο κέντρο, όπως ήταν η περιγραφή. Αφού κάθισαν, συστήθηκαν και φανέρωσαν το σκοπό της επίσκεψης. Είπε ο Κώστας ότι όταν έγινε ο διωγμός των Ελλήνων, η γιαγιά Παναγιώτα έχασε ένα παιδί, τον Δημήτρη, του οποίου δεν γνωρίζει την τύχη και πάνω από το τζάκι είχε κρύψει μέσα στον τοίχο μια θήκη με διάφορα κοσμήματα και ένα ασημένιο καδράκι με φωτογραφία του μικρού παιδιού. Αν λοιπόν δεν υπάρχει πρόβλημα παρακάλεσαν να ψάξουν στο σημείο πάνω από το τζάκι μήπως υπάρχουν τα πράγματα αυτά.

Ακούγοντας την ιστορία αυτή ο νοικοκύρης έδειξε να χάνει το χρώμα του, να βρίσκεται σε αμηχανία και από αυτά που είπες τους έδωσε να καταλάβουν ότι κάτι γνωρίζει. Τους παρακάλεσε να περάσουν την άλλη μέρα, γιατί είχε κάποιους λόγους και ήθελε να σκεφτεί.

Την άλλη μέρα τους δέχθηκε φοβερά προβληματισμένος και αφού τους περιποιήθηκε, τους έδωσε στα χέρια τη θήκη που ζητούσαν λέγοντας ότι την είχε βρει κάποτε, αλλά ήθελε να ρωτήσει και τα παιδιά του. Αυτό μάλλον ήταν πρόσχημα γιατί όπως φαίνεται αιφνιδιάστηκε και ήθελε να ξεπεράσει την συγκίνησή του. Σημειωτέων ότι μιλούσε και ελληνικά. Ο Κώστας άνοιξε την θήκη και παρατήρησε ότι υπήρχαν όλα όσα είπε η γιαγιά, αλλά δεν ήταν μέσα το ασημένιο καδράκι με την φωτογραφία. Σε ερώτηση του προς τον νοικοκύρη τους είπε ότι αυτά βρήκε, αλλά η όψη του έδειχνε ότι μέσα του γινόταν πάλη και δεν κρυβόταν η ταραχή του. Τελικά μετά από την επιμονή του Κώστα, ο άνθρωπος αποκάλυψε ότι το χαμένο παιδί ήταν αυτός και παρουσίασε το καδράκι με την φωτογραφία που αναζητούσαν. Ακολούθησαν στιγμές έντονης συγκίνησης. Του είπαν ότι η μάνα του ζει, είναι κατάκοιτη και