Ομορφος κόσμος... | Page 138

138

απάντηση, «είναι η θεία σου που είναι στη Μακεδονία. Την ξέρεις; Τώρα θα έχει πεθάνει».

Χρειάστηκε να περάσουν 19 ολόκληρα χρόνια για να μάθω ότι η Παναγιώτα ήταν η μητριά μου. Ήταν μια βασανισμένη γυναίκα, υπομονετική και με άγια ψυχή, πάντα με το χαμόγελο και με ψυχική δύναμη που έβρισκε κουράγιο να διασκεδάζει τον πόνο της. Η ζωή της άρχισε βασανιστική στη περιοχή της Τραπεζούντας όπου καταγόταν, απ’ τους Τούρκους και τελείωσε πάλι πληγωμένη από τους Τούρκους, αφού της έμελλε να γευτεί και τον χαμό του της εγγονού Δημήτρη Λούρμπα το 1974 στη Κύπρο κατά την εισβολή του Αττίλα.

Τον πατέρα της έλεγαν Βασίλη και τον αδελφό της Δημήτριο, τους σκότωσαν και τους δύο οι Τούρκοι. Τον πατέρα της κατηγόρησαν οι Τσέτες ως αντάρτη. Είχε παντρευτεί στον Πόντο. Τον πρώτο άντρα της τον έλεγαν Γιώργο και είχε κάνει ένα αγοράκι, τον Δημήτρη. Με τις μετακινήσεις που τους επέβαλλαν οι Τούρκοι αναγκάζονταν να εγκαταλείπουν τα παιδιά τους, πολλές φορές να τα τρώνε τα τσακάλια, με σκοπό να μη πέσουν στα χέρια των Τούρκων.

Η Παναγιώτα με το πουκάμισο, που έφυγε από το κρεβάτι της, έκανε τρία χρόνια να φτάσει απ’ τον Πόντο στη Πόλη. Τρία χρόνια ταλαιπωρίας, πήγαιναν μπροστά οι Τούρκοι, πίσω οι δικοί μας. Πήγαιναν μπροστά οι δικοί μας, πίσω οι Τούρκοι. Σε μια στιγμή όπως περπατούσαν βρέθηκε μπροστά της ένα βαφτιστήρι της και της λέει:

«Νονά, νονά, τον Δημήτρη τον σκότωσαν. Εκεί είναι».

Πήγε η Παναγιώτα να δει και της έκλεισαν το στόμα για να μη φωνάξει και την ακούσουν οι Τούρκοι.

Παρόμοια σκηνή αντιμετώπιζαν όπου έβρισκαν κατασπαραγμένα μωρά που είχαν αφήσει στο δρόμο για να γλυτώσουν επειδή έκλαιγαν όλη τη νύχτα για να μη τους ανακαλύψουν οι Τούρκοι.

Από την Πόλη έφτασε με πλοίο στην Πάτρα και από κει την έφεραν στα Σαμπάναγα με την Μαγδαληνή του Λουκουμάκια και άλλες. Κατέβηκαν στη Γαστούνη να δουλέψουν στα καλαμπόκια.