Ανθρώπων Έργα Απρίλιος 2015 | Page 288

Άννα Βασιλειάδη-Δαρδάλη Και η τύχη βοηθάει τους άχρηστους αγαπημένε μου. Δεν έχουμε τελειώσει ακόμη. Εγώ θα μείνω να τα φροντίσω. Θα ‘θελα να ‘μουν δίπλα σου, να γείρω και να κοιμηθώ κάτω από την ανύπαρκτη πια ανάσα, μαζί σου να μείνω για πάντα. Όμως δεν μπορώ ακόμη Αργύρη μου, συγχώρεσέ με. Πρέπει να μείνω, να σιγουρευτώ. Όλα πρέπει να γίνουν όπως τα θέλησες, τίποτα να μη χαλάσει απ’ το πρόγραμμά σου. Κι όταν τα πρώτα ματάκια ανοίξουνε γεμάτα ελπίδα και δίψα για ζωή, τότε θα έρθω να σε βρω, να σου πω, να σε καθησυχάσω. Κι αν μέχρι τότε έχουνε σβήσει οι μνήμες κι εσύ δεν μ’ έχεις ανάγκη πια, και πάλι δεν πειράζει Αργύρη μου. Εγώ θα ζω μόνο για σένα, για να συνεχίσω αυτό που εσύ είχες αρχίσει... δεν είναι ανάγκη να ταλαιπωρείς άλλο και την Αθανασία. Ό,τι έπρεπε να γίνει έγινε, τίποτα πια δεν αλλάζει. - Μα... μάνα... είπε διαμαρτυρόμενη η Αθανασία. - Μη παιδεύεσαι κορίτσι μου, της είπε τρυφερά η Μαργώ. Αυτό έτσι κι αλλιώς πρέπει να το περάσω μόνη. Τι σήμερα, τι αύριο... - Όχι μάνα, αποκλείεται, είπε ο Γιωργής αποφασιστικά. Απόψε θα μείνουμε μαζί σου. - Μη σκοτίζεσαι, γιε μου. Έχω το Λενιώ. Κι αύριο μέρα είναι. Άντε να ξεκουραστείτε και αύριο τα ξαναλέμε. Να τακτοποιήσουμε και τις υποθέσεις του πατέρα... - Δεν υπάρχει περίπτωση, μάνα. Απόψε θα μείνουμε εδώ. Ούτε εσύ, ούτε η Λένη, θα μείνετε μόνες. Η Αθανασία κι εγώ θα τακτοποιηθούμε στο δωμάτιό μου. Και το πρωί θα είμαστε όλοι μαζί. Κι όσο για υποθέσεις, δεν ξέρω αν ο πατέρας είχε τίποτα εκκρεμότητες αλλά μη νοιάζεσαι. Θα τ’ αναλάβω όλα εγώ. - Κι εγώ, Γιωργή, μίλησε τότε ο Κωστής που είχε παραμείνει σκεπτικός. Υπολόγιζέ με κι εμένα σε ό,τι χρειαστείς. Η Μαργώ κοιτούσε τα παιδιά της με μάτια γεμάτα τρυφερότητα. Τόσο τυχερή μέσα στη δυστυχία της... να έχει τέτοια παιδιά κοντά της. - Κι εσύ, Κωστή παιδί μου, τώρα είσαι μέλος της οικογένειας. Αν θες να μείνεις απόψε εδώ, μπορώ να σου στρώσω στου παππού και της γιαγιάς. Σιωπηλό συνέχισε το τσούρμο για τα καθιερωμένα. Αργά το βράδυ, η οικογένεια, η καινούργια οικογένεια, έμεινε πια μόνη. Σα βάλσαμο την περιμέναν αυτήν την στιγμή. Όχι πως δεν εκτιμούσαν τη συμμετοχή και τη συμπαράσταση του κόσμου όμως... ήθελαν να κλάψουν το δράμα τους μόνοι. Λένε πως τέτοιες στιγμές δεν πρέπει να μένει κανείς μόνος. Την ήθελε όμως η Μαργώ τη μοναξιά της, τη ζητούσε. Το είχε ανάγκη ν