Ανθρώπων Έργα Απρίλιος 2015 | Page 270

Ανθρώπων Έργα Ανθρώπων Έργα έπρεπε να χαρεί ή να πονέσει. Μια περίεργη συγκινησιακή φόρτιση –χαρμολύπη, όπως έλεγε κι ένας φίλος του– τον κυρίευσε και η αγωνία που ένοιωθε τις τελευταίες ώρες, έσβησε σαν άκαπνος καπνός. Η ιδέα πως δε θα ξανάβλεπε ποτέ πια το Μπρέϊκ, τον ανακούφισε και τον ηρέμησε, η σκέψη όμως ότι πλέον δε θα έβλεπε –ούτε και ως δια μαγείας– το δημιουργό του, τον συγκλόνισε. Γύρισε την πλάτη του στην εισήγηση του τελευταίου ομιλητή. Οι λέξεις του πέφτανε πάνω του σαν παγωμένη βροχή, ένα νιαούρισμα συντρόφευε τα γρήγορα βήματά του. Βγήκε στο φωτισμένο σκοτάδι του απόβραδου και το άφησε να τον τυλίξει σα μια κόκκινη χλαμύδα άλλης εποχής. Την ακολούθησε χωρίς να ξέρει, που τον πηγαίνει. Το διάβα του τον έφερε στο καπηλειό του Μάρκου. Εκεί τον περίμενε η Αλκμήνη… Η μικρή πόρτα ήτανε και πάλι κλειστή, σα να ’ταν σφραγισμένη από μέσα. Το γιασεμί και το νυχτολούλουδο μέσα σε μεγάλες γλάστρες μπροστά στην είσοδο του κέντρισαν ευδιάθετα την όσφρηση –πως δεν τα ’χε προσέξει την προηγούμενη φορά! Κοντοστάθηκε να απολαύσει τη μαγευτική τους ευωδία κι άθελά του ακούμπησε το ζεμπερέκι της μικρής πόρτας. Αυτή υποχώρησε και η αίθου