"25th hour" project | Page 688

“25th hour” project Μαργαρίτα Αλευρίδη | 28.4.2015 Δώδεκα παρά δέκα… Τα φώτα όλα σβηστά. «Μόνο με πανσέληνο απόψε», είπε στον αέρα, σαν να μιλούσε σε έναν αόρατο απέναντι. Δώδεκα παρά εννέα… Άνοιξε τα παράθυρα διάπλατα. Τις πανσελήνους πάντα τις μοιραζόταν με κάποιον άλλον. Δεν τις κρατούσε ποτέ για την πάρτη της, γιατί τις θεωρούσε τοξικές. Της θύμιζαν λογαριασμούς, που έκλεισαν ανοιχτοί, μόλις τα στόματα στέγνωσαν, επειδή δεν είχαν τίποτε άλλο να πουν. Δώδεκα παρά οκτώ… Έβαλε κάτι να πιει και βυθίστηκε στον καναπέ της. Έφερε τα γόνατα κοντά στο στήθος και τα αγκάλιασε. Έτσι χαλάρωνε πάντα. Συνήθεια χρόνων. Σκέφτηκε πως ό,τι μας περιβάλλει με μια ουτοπική ασφάλεια είναι αυτές οι ίδιες μας οι συνήθειες. Φοβάται. Φοβάται πως μια μέρα, οι συνήθειές της θα σπάσουν, αναμφίβολα, σε χίλια κομμάτια και τότε δεν θα μπορεί πια κάθε πρωί να ξυπνάει, να μπαίνει κάτω από το καυτό νερό και να μυρίζει τον φρέσκο καφέ από την κουζίνα. Δώδεκα παρά επτά… Έκλεισε τα μάτια, έγειρε πίσω το κεφάλι και πέρασε τα δάχτυλα μέσα από τα μαλλιά της. «I am the king of the world», του είχε πει μεθυσμένη ένα βράδυ ερωτευμένο, «εγώ δεν χρειάζομαι μπαλαντέρ, θα φτιάχνω τις παρτίδες μου ακόμα και με χαρτιά καμένα». Φοιτητικά χρόνια. Χρόνια, που μάζευαν τα μαθήματα στις εξεταστικές του Σεπτέμβρη, μαζί με καφέδες, μαζί με φίλους, μαζί με έρωτες. Χρόνια, που μεγάλωσαν αυτούς τους έρωτες σιαμαία. Χρόνια, που έκρυψαν μετά τα χνάρια τους βαθιά μέσα στις καρδιές. Δώδεκα παρά έξι… Οι στιγμές της. Η πιο όμορφη μέρα του καλοκαιριού, εκεί ακριβώς, που σκάει το κύμα, σε παραλίες ονειρεμένες, εκείνη καίγεται στον ήλιο μαζί 688