"25th hour" project | Page 651

“25th hour” project Ρία Σπανού | 6.4.2015 Απόψε ξενυχτούσε μελετώντας την αρχαία σοφία. Τα μαλλιά είχαν γκριζάρει από καιρό, δήλωναν την ωριμότητα. Έψαχνε την Ουσία. Στοίβες βιβλία πάνω στο γραφείο του. Ο νους του ταξίδευε παρέα με υψιπετή πνεύματα όταν το παλιό ρολόι στον τοίχο έσπασε την ησυχία. Σήκωσε το κεφάλι του και κοίταξε τους δείκτες που συναντήθηκαν στο σημείο μηδέν ολοκληρώνοντας τον εικοσιτετράωρο κύκλο τους. Ένα τέλος και μια αρχή. Μέσα στον χρόνο κι αυτός και μια αναζήτηση που κρατούσε χρόνια έψαχνε την αναλαμπή μέσα στη ζωή. Υπήρχε εν τέλει η Ουτοπία, ο καλύτερος κόσμος; Έβγαλε τα γυαλιά του, έτριψε τα μάτια του να ξεκουραστούν. Δεν ήξερε αν θα συμβεί και πότε. Το παράδοξο εισέβαλλε απρόσκλητο τα τελευταία χρόνια στην ζωή του σαν εικοστή πέμπτη ώρα μετά την εικοστή τετάρτη. Ερχόταν σαν παρένθεση του χρόνου έξω από τον χρόνο κι έφερνε μια αλήθεια παράξενα αποκαλυμμένη, σπασμένη σε κομμάτια. Τμήματα μιας εικόνας ενός άλλου κόσμου που ξένιζε μπροστά στο καθιερωμένο, σόκαρε ή πονούσε κι έπειτα ανακούφιζε, κι άλλες φορές εξαίσια σαν μικρό θαύμα. Ερχόταν ξαφνικά, σαν μακρινός συγγενής από χαμένες ρίζες κι αναστάτωνε την τάξη μιας στημένης και καθώς πρέπει οικογενειοκρατίας. Έχοντας ξαφνικά την επιθυμία μιας ανασκόπησης σηκώθηκε από το γραφείο του και βγήκε στον κήπο. Έκανε αρκετή ψύχρα. Την προσοχή του τράβηξε η χαϊδεμένη του τριανταφυλλιά που άνθισε πρόωρα ένα μεγάλο άσπρο τριαντάφυλλο. Περίεργο, σκέφτηκε, είναι νωρίς ακόμα και δεν υπήρχε το πρωί. Ο νους του πήγε στο κουτί που βρισκόταν θαμμένο κοντά στη ρίζα της. Το έθαψε ο ίδιος πριν μερικά χρόνια. Έκλεισε μέσα κάποιες σελίδες της ζωής του και σαν μάγος τις ξόρκισε βαθιά μέσα στο χώμα, σαν απαγορευμένη μνήμη, σαν θανάσιμη αμαρτία. 651