"25th hour" project | Page 571

“25th hour” project Γιατί, αυτή, την κόλαση δεν θα τη γλύτωνε με τίποτα. Πουτάνα του κερατά φάνηκε. Δέκα χρόνια ζωή και κότα μαζί του, την έπνιξε, είχε πει, η αγάπη του, η στοργή του, η φροντίδα του. Και πήρε από πίσω τον φίλο του, τον βλαμμένο τον Μάκη. Για να την ταΐζει σφαλιάρα και κέρατο! Ας είναι! Είχε ακόμα πέντε λεπτά να φέρει τον νου της και να του κτυπήσει την πόρτα. Άνοιξε το συρτάρι και πήρε το πιστόλι. Το κοίταξε και ήταν γεμάτο. Το έβαλε πάνω στο τραπέζι. Η ώρα πήγε 3 και 59. Δεν θα το κάνεις! Είσαι φοβητσιάρης! Τσίριξε η αράχνη που σεργιάνιζε πάνω στην κουρτίνα. Χέστη! Βρε, χέστη! Του φώναξε η μαρμάρινη προτομή του Κολοκοτρώνη από το κομοδίνο. Βουλώστε το! Τί ξέρετε εσείς; Θα της δώσω το ακαδημαϊκό τέταρτο! Το δικαιούται! Άρχισε να το χωνεύει. Η Ανθή δεν θα ερχόταν. Πώς να πιστέψει ότι, ο Άγγελος που ξημεροβραδιαζόταν μέσα στις εκκλησιές, θα τίναζε τα μυαλά του στον αέρα; Έπρεπε να της αφήσει μήνυμα. Άνοιξε το κομπιούτερ του και έγραψε: «Ανθή, θα τα πούμε στην κόλαση!» Έβαλε και τρία Χι από κάτω για φιλάκια και το τύπωσε. Το άφησε πάνω στο τραπέζι και το στερέωσε με το άδειο μπουκάλι της βότκας. Κοίταξε ξανά την ώρα στο κινητό του. 3 και 12! Μα πως είναι δυνατόν! Κοίταξε την ώρα και στην οθόνη του κομπιούτερ. 3 και 12 και εκεί! Τότε θυμήθηκε. Τελευταίο Σαββατόβραδο του Μάρτη ήτανε. Μπήκανε στην θερινή ώρα και τα ρολόγια πήγανε μια ώρα πίσω! Η 25η ώρα λοιπόν! Η λύτρωση του! Η καρδιά του κτυπούσε σαν ταμπούρλο! Πλάκα του έκανε η Ανθή! Το ήξερε ότι θα άλλαζε η ώρα και θα ερχόταν στην 25η! Σίγουρα θα ερχόταν! Και θα την συγχωρούσε! Θα την αγκάλιαζε και θα την φιλούσε. Άνοιξε το μπαρ και πήρε ακόμα ένα μπουκάλι βότκα. Γέμισε το ποτήρι του, γύρισε την πολυθρόνα του προς την είσοδο και κάθισε να περιμένει μέχρι να κτυπήσει είτε η πόρτα είτε το κινητό του. Και δικαιώθηκε! Στα πέντε λεπτά κάποιος βροντούσε την πόρτα με απανωτά κτυπήματα. «Ήρθε πιωμένη και μετανιωμένη!» ψιθύρισε ο Άγγελος και όρμησε να 571