"25th hour" project | Page 493

“25th hour” project Κωνσταντίνα Ψαχούλια | 13.1.2015 Κοιτούσε για τόση ώρα το κενό που τα μάτια της έτσουξαν. Έπλυνε το πρόσωπό της και έμεινε να κοιτάζει το βρώμικο είδωλό του στον καθρέφτη. Έβαλε τα γυαλιά της, προσποιούμενη ότι έβλεπε τον Ήλιο και ο Ήλιος εκείνη, και πετάχτηκε μέχρι το περίπτερο να πάρει μια εξάδα μπύρες. Ήταν η ώρα που ο μικρός γυρνούσε απ’ το σχολείο. Πόσο πολύ μεγάλωνε μέρα με τη μέρα. Πόσο πολύ μεγάλωνε κανείς μέσα σε τέσσερις τοίχους. Πόσο πολύ μεγάλωναν τα κλάματα μέσα σε κλειδιά και ντουβάρια. Πότε σταματούν να μεγαλώνουν; Πόσες μέρες και πόσες νύχτες χρειάζονται; Πόσες τέτοιες μέρες και νύχτες θα έρχονταν ακόμη; «Βγάλε τα γυαλιά σου. Θέλω να ξέρω ότι με κοιτάς στα μάτια.» Δεν είχε προλάβει ακόμη να σηκώσει το κεφάλι της, όταν ξέσπασε σε λυγμούς και έβαλε τα χέρια μπροστά στο πρόσωπό της. Ο μικρός τα πήρε και τα φόρεσε στη μέση του. Σκούπισε απαλά τα δάκρυα της και κατέβασε το βλέμμα του στο ύψος των ματιών της. «Είμαστε οι δυο μας τώρα. Σταμάτα να κρύβεσαι.» Όμως μες τα κλειδιά και τα ντουβάρια μεγάλωναν και οι κραυγές της τα βράδια. Οι άνθρωποι την κοιτούσαν με οίκτο και από όπου περνούσε ακούγονταν ψίθυροι. Εκείνη ούρλιαζε και οι άλλοι ψιθύριζαν. Ώρες ολόκληρες αναρωτιόταν πως φτιάχνονται οι ψίθυροι. Ώρες ολόκληρες σκεφτόταν τρόπους να κάνει τις κραυγές της ψίθυρους και τους ψίθυρους των άλλων κραυγές. Είχε καταφέρει να κάνει τον Ήλιο κρυψώνα και τα κλειδιά τείχη, μα αυτό όχι. Οι ψίθυροι δεν ήξερε ακόμη πως λειτουργούν. Τον πήρε απ’ το χέρι και τον πήγε στο δωμάτιο του. «Κάτσε να διαβάσεις», είπε. Και γύρισε το κλειδί. Αν είχε κάτσει και αυτή να διαβάσει, αν τα κλειδιά ήταν από πάντα τείχη, τώρα όλα θα ήταν αλλιώς. Ήταν μαθήτρια του Λυκείου ακόμη όταν έμεινε έγκυος στον μικρό. «Φτιάξε τη δικιά σου οικογένεια και ξέχνα αυτή που είχες μέχρι σήμερα.» 493