"25th hour" project | Page 280

“25th hour” project Γιώτα Κοτσαύτη | 17.9.2014 Μια φορά κι έναν καιρό, σε μία μακρινή Χώρα, ζούσε ένας καλόκαρδος βασιλιάς, που φημιζόταν για τη σύνεση και τον δίκαιο χαρακτήρα του. Για τις ίδιες αρετές ήταν γνωστή και η πανέμορφη βασίλισσα, με την οποία είχε αποκτήσει τρεις γιους. Ο πρώτος, ο μεγαλύτερος, ήταν τόσο δυνατός και γενναίος, που ξεπερνούσε σε ανδρεία ως και τους πιο ατρόμητους πολεμιστές. Ακόμα και οι πιο εκπαιδευμένοι, οι πιο ανίκητοι στρατιώτες, έμοιαζαν ασήμαντοι μπροστά του. Ο δεύτερος γιος διακρινόταν για τη σπάνια μόρφωσή του. Δεν σταματούσε ποτέ να διαβάζει και να καλλιεργεί τις γνώσεις του. Αυτό του έδινε την ικανότητα να βρίσκει τις καταλληλότερες λύσεις ακόμα και στα πιο δυσεπ ίλυτα προβλήματα. Δεν ήταν καθόλου περίεργο, λοιπόν, που σχεδόν όλοι τον ήξεραν σαν «Σοφό». Ο τρίτος γιος, ο μικρότερος, δεν διέθετε ούτε ιδιαίτερη δύναμη και γενναιότητα ούτε ιδιαίτερη εξυπνάδα και σοφία. Το δικό του χάρισμα, εκτός από την απλότητα και την καλοσύνη του, ήταν η μεγάλη φαντασία. Διαρκώς επινοούσε ιστορίες. Το μυαλό του ταξίδευε σε τόπους φανταστικούς. Με το νου του έπλαθε τους πιο απίθανους ήρωες. Όλα αυτά, βέβαια, τον έκαναν αφηρημένο και αδέξιο. Το αποτέλεσμα ήταν να παραγκωνίζεται και να γίνεται αντικείμενο περιφρόνησης –ακόμα και χλευασμού πολλές φορές– ως και των πιο άσημων κατοίκων της Χώρας. Παρ’ όλ’ αυτά τα παιδιά τον λάτρευαν. Ίσως γιατί ήταν τα μόνα που μπορούσαν να διακρίνουν ξεκάθαρα σε κείνον κάτι που υπόλοιποι δεν έβλεπαν καν… Ο καιρός περνούσε. Τα τρία πριγκιπόπουλα είχαν γίνει πια ολόκληρα παλικάρια, που έσφυζαν από ζωή και υγεία. Ο βασιλιάς και η βασίλισσα, όμως, έμοιαζαν όλο και πιο γερασμένοι. Αυτοί, που το χαμόγελο σπάνια έφευγε από τα χείλη τους, ήταν τώρα μονίμως προβληματισμένοι και κακοδιάθετοι. Κάτι σοβαρό φαινόταν να τους απασχολεί. Κάτι που θέλησαν τελικά να μοιραστούν με τα παιδιά τους. Γι’ αυτό, ένα φθινοπωρινό απόγευμα, τα κάλεσαν στο ιδιαίτερο διαμέρισμά τους. Οι τρεις νεαροί βρήκαν τον πατέρα τους ξαπλωμένο. Ήταν άρρωστος. Η μητέρα στεκόταν δίπλα του ανήσυχη. Τους έγνεψε να πλησιάσουν και, τότε, ο βασιλιάς μίλησε με αδύναμη, σιγανή φωνή: 280