"25th hour" project | Page 155

“25th hour” project “Κι εκείνος;” “Μου είχε γράψει ένα γράμμα λίγο πριν πεθάνει. Το άνοιξε η μεγάλη μου κόρη και μου το έδωσε μετά από ένα χρόνο. Πριν με κλείσουν στο γηροκομείο. Γέλαγε ειρωνικά όταν μου το φανέρωσε. «Κράτα κι αυτό, για να θυμάσαι τους γεροντοέρωτες σου…»”. “Τι σας έγραφε;” “Πως ακόμα και τώρα, υπάρχει ο χρόνος για ν’ ανταμώσουμε και να ζήσουμε αυτά που η ζωή μας είχε πιστώσει να χαρούμε. «Θα σε περιμένω στο ξέφωτο το βράδυ, εκεί που παλιά κορφολογούσαμε τα καλαμπόκια. Θυμάσαι; Μαζί με το θρόισμα των φύλλων, άκουγα και την καρδιά σου να χτυπάει ξέφρενα. Μου έδινε δύναμη να δουλεύω ακούραστα. Να κάνω όνειρα για μας. Ασπασία, δεν έχω πάψει να ελπίζω. Πως μας αξίζει ένα ξεκίνημα. Έστω και καθυστερημένα»…” “Ασπασία… αυτό είναι το όνομά σας;” “Μάλιστα”. “Η ώρα που χρωστάτε στον Άγγελο… Αυτό δεν είναι το γήινο όνομά του;” “Πώς… πώς το ξέρετε; Αυτό είναι … δηλαδή, ήταν…” “Είναι! Στην ώρα αυτή, δεν υπάρχει παρελθόν. Η 25η ώρα είναι μια χαραμάδα στο συμβατικό χρόνο και βιώνεται μόνο απ’ όσους επιβεβαιωμένα τη δικαιούνται. Ο Άγγελος σας περιμένει στον προθάλαμο των καταδικασμένων να ζήσουν ξανά. Παρακαλώ περάστε από δω…” Η πόρτα άνοιξε και πίσω της εμφανίστηκε ένας ηλικιωμένος άντρας, με βουρκωμένα μάτια και τα χέρια του ορθάνοιχτα για να την σφίξουν μέσα τους. Όλη την ώρα, την ξόδεψαν σε μια βουβή αγκαλιά. Οι καρδιές τους άρχισαν να χτυπούν ξανά, οι παλμοί επανήλθαν, το δέρμα τους ξανάγινε ροδαλό και οι δακρυγόνοι αδένες ενεργοποιήθηκαν. Τις χάιδευε τρυφερά τα μαλλιά, της φίλαγε τα χέρια, έκλαιγε γοερά ψιθυρίζοντας με λυγμούς τ’ όνομά της “Ασπασία μου!”... ****** Ο γιατρός που είχε βάρδια εκείνο το βράδυ, ορκιζόταν πως έγινε θαύμα. Η ασθενής που ήταν με μηδενικούς παλμούς και ψυχορραγούσε όλη τη νύχτα, το επόμενο πρωί εμφανίστηκε στο γραφείο υποδοχής και ζήτησε 155