"25th hour" project | Page 135

“25th hour” project Στέλλα Μαντωνανάκη | 17.7.2014 Κατηφορίζω προς τη θάλασσα. O αέρας πνέει ανατολικός. Το σκοτάδι απλώνει τα πέπλα του. Η ησυχία της νύχτας με καθησυχάζει. Σφαλίζω τα μάτια και με το μυαλό άδειο από σκέψεις τις κλειδώνω σε μια άκρη του μυαλού. Ξέρω ότι με τις πρώτες ακτίνες του Ήλιου θα τις ξεκλειδώσω, θα είναι τότε που όλα θα αποκτήσουν κίνηση και το πρώτο φως της ημέρας θα μου αποκαλύψει για άλλη μια φορά ότι ο κίνδυνος έχει χρώμα λευκό. - Θύμα του λευκού, εγώ, που εκείνο το βράδυ των γενεθλίων μου, όταν έκλεινα τα 12 μου χρόνια η μάνα και ο πατέρας είχαν γεμίσει το σπίτι με άσπρα μπαλόνια και στις γλάστρες είχαν καρφώσει μικρές κόκκινες ταμπελίτσες που έγραφαν με λευκά γράμματα «Η βραδιά της Γιασεμούλας μας που κλείνει τα 12 χρόνια της». Θυμάμαι ότι στο ξεφάντωμα άστραφταν τα φλας και εγώ καμάρωνα και έπαιρνα πόζες, με χαμόγελα, πατώντας με τα ακροδάχτυλα το άσπρο χαλί. Άσπρο σαν την ανάσα του θεού. Σαν την άσπρη περιστέρα μου, την Μαρολίνα. Σαν το άσπρο της πιο άδολης αγάπης. Αυτής που όταν έπαιρνα βαθιές αναπνοές στο σπίτι μας, όταν τέλειωνε το 24ωρο, γέμιζαν τα πνευμόνια μου μυρωδιά βανίλιας. Ήταν η 25η ώρα μου, έδινα παράταση για να χωρέσει η ευτυχία μου. Η άμμος είναι νοτισμένη. Ώρα τώρα παίζω με το ασημοκόκκινο της. Κάνω πάπλωμα την άμμο. Κλείνω τα μάτια και απολαμβάνω την ησυχία. Το χελιδόνι μου ο Ροδάμανθος, έχει χτίσει την φωλιά του ανάμεσα στα μικρά λευκορόδινα άνθη του αλμυρικιού. Μαζί του έχω βουβό ραντεβού κάθε Απρίλη. Σήμερα θα του μιλήσω για το ανείπωτο. Το χωριό μου, στο νησί, ήταν δεκαοκτώ χιλιόμετρα μακριά από την πόλη. Σχολείο δεν υπήρχε και έτσι αναγκάστηκα να νοικιάσω σπίτι στο κέντρο. Δίπλα ακριβώς υπήρχε ένα ανθοπωλείο, το είχε ο Κο